ΟΙΚΟΣΟΣΙΑΛΙΣΤΙΚΟ ΜΑΝΙΦΕΣΤΟ - Joel Kovel και Michael Lowy

Όλοι βιώνουμε μια χρόνια μορφή του παράδοξου του Γκράμσι, του να ζούμε σε μια εποχή που η παλιά τάξη πραγμάτων της πεθαίνει (μαζί με τον πολιτισμό της), ενώ η νέα τάξη πραγμάτων δεν φαίνεται ικανή να γεννηθεί. Αλλά τουλάχιστον μπορεί να προαναγγελθεί. Η πιο βαριά σκιά που κρέμεται από πάνω μας, δεν είναι ούτε η τρομοκρατία, ούτε η περιβαλλοντική καταστροφή, ούτε η παγκόσμια ύφεση. Είναι η καθολικά υιοθετημένη μοιρολατρία, σύμφωνα με την οποία δεν είναι δυνατόν να υπάρξει αλλαγή της παγκόσμιας καπιταλιστικής τάξης. Θελήσαμε έτσι να δώσουμε ένα παράδειγμα ενός λόγου που σκοπίμως αρνείται την παρούσα ατμόσφαιρα του αγωνιώδους συμβιβασμού και της παθητικής συγκατάθεσης.

Αυτό το μανιφέστο βέβαια, δεν είναι τόσο τολμηρό όσο αυτό του 1848, αφού ο οικοσοσιαλισμός δεν είναι ακόμα μια επερχόμενη απειλή για την τάξη πραγμάτων, ούτε θεμελιώνεται σε κάποιο συγκεκριμένο κόμμα ή κίνημα. Είναι απλά μια σκέψη που βασίζεται σε μια ανάγνωση της παρούσας κρίσης και στις απαραίτητες προϋποθέσεις για να την ξεπεράσουμε. Δεν διεκδικούμε την παντογνωσία. Αντιθέτως, στόχος μας είναι ο διάλογος, η δημόσια συζήτηση, η διόρθωση και, πάνω από όλα, ο τρόπος με τον οποίο αυτή η ιδέα θα μπορέσει να υλοποιηθεί. Πολλές φωνές αντίστασης γεννιούνται αυθόρμητα στη χαοτική οικουμένη του παγκόσμιου κεφαλαίου. Πολλές έχουν έμφυτο ένα οικοσοσιαλιστικό περιεχόμενο. Πώς μπορούν αυτές οι φωνές να ενωθούν; Μπορούμε να οραματιστούμε ένα «διεθνή οικοσοσιαλισμό»; Μπορεί να υλοποιηθεί αυτή η αόρατη δύναμη;

ΤΟ ΜΑΝΙΦΕΣΤΟ

Ο 21ος αιώνας ξεκινά με μια καταστροφική χροιά, με μια πρωτοφανούς βαθμού οικολογική κρίση και με μια χαοτική παγκόσμια τάξη πραγμάτων,  περιστοιχιζόμενη από την τρομοκρατία και από τις πολλές μικρές, καταστροφικές πολεμικές συρράξεις που εξαπλώνονται σα γάγγραινα σε εκτεταμένες ζώνες του πλανήτη – όπως την Κεντρική Αφρική, τη Μέση Ανατολή, τη βορειοδυτική Νότιο Αμερική – και έχουν αντίκτυπο σε όλα τα έθνη.

Κατά τη γνώμη μας, οι οικολογικές κρίσεις, αλλά και αυτές της κοινωνικής κατάρρευσης είναι άρρηκτα αλληλοσυνδεόμενες και θα πρέπει να αντιμετωπιστούν ως διαφορετικές εκδηλώσεις των ίδιων δομικών δυνάμεων. Οι πρώτες οφείλονται σαφώς στην αχαλίνωτη εκβιομηχάνιση που συγκλονίζει τον πλανήτη, υπερκαλύπτοντας την ικανότητα της γης να διορθώνει και να αφομοιώνει την οικολογική αποσταθεροποίηση. Οι δεύτερες οφείλονται στη μορφή του ιμπεριαλισμού που είναι γνωστή ως παγκοσμιοποίηση, με τις καταστροφικές της επιδράσεις στις χώρες που στέκονται εμπόδιο στην πορεία της. Επιπλέον, αυτές οι υπογείως δρώσες δυνάμεις είναι ουσιαστικά διαφορετικές συνιστώσες της ίδιας κινητήριας δύναμης, η οποία πρέπει να προσδιοριστεί ως η κεντρική δυναμική που επηρεάζει το σύνολο: της επέκτασης δηλ. του παγκόσμιου καπιταλιστικού συστήματος.

Απορρίπτουμε όλους τους ευφημισμούς και κάθε προπαγανδιστική απόπειρα άμβλυνσης της ωμότητας αυτού του καθεστώτος: το πράσινο προσωπείο που φοράει για την συγκάλυψη του οικολογικού του κόστους  ή την πρόκληση σύγχυσης ως προς το ανθρώπινο κόστος του στο όνομα της δημοκρατίας και των ανθρώπινων δικαιωμάτων. Αντίθετα, επιμένουμε στο να αντιμετωπίζουμε το κεφάλαιο ανάλογα με αυτά που πραγματικά έχει πράξει.

Όσον αφορά στη φύση και την οικολογική της ισορροπία, το καθεστώς, με βάση το κύριο μέλημά του για συνεχή αύξηση του κέρδους, εκθέτει τα οικοσυστήματα σε επιβλαβείς ρυπαντές, καταστρέφει τα φυσικά ενδιαιτήματα που έχουν διατηρηθεί ανά τους αιώνες ώστε να ευδοκιμούν σε αυτά οργανισμοί, σπαταλά τους φυσικούς πόρους και υποβαθμίζει την ζωντάνια της φύσης στην ψυχρή ανταλλαξιμότητα που απαιτείται για τη συσσώρευση κεφαλαίου.

Από την πλευρά της ανθρωπότητας, με τις απαιτήσεις της για αυτοκαθορισμό, κοινοβιότητα και ύπαρξη με νόημα, το κεφάλαιο υποβαθμίζει την πλειοψηφία του παγκόσμιου πληθυσμού, απλά και μόνο σε μια πηγή εργατικού δυναμικού, απορρίπτοντας και ένα μεγάλο μέρος του υπόλοιπου πληθυσμού ως περιθωριοποιημένο και πηγή προβλημάτων. Με την παγκόσμια μαζική κουλτούρα του καταναλωτισμού και της απολιτικοποίησης, έχει προσβάλλει και υπονομεύσει την ακεραιότητα των κοινωνιών. Έχει μεγαλώσει τις ανισότητες όσον αφορά στον πλούτο και στη δύναμη, σε πρωτοφανή επίπεδα για την ιστορία της ανθρωπότητας. Έχει συνεργαστεί στενά και προσεκτικά, με ένα δίκτυο διεφθαρμένων και υποχείριών του κρατών-πελατών, των οποίων οι τοπικές ελίτ διεξάγουν το «βρώμικο» έργο της καταστολής, προφυλάσσοντας το δικό του πυρήνα που θα έπρεπε να βαρύνεται με τέτοια αίσχη. Και έχει θέσει σε λειτουργία ένα δίκτυο διακρατικών οργανισμών, υπό τη γενική εποπτεία των δυτικών δυνάμεων και της υπερδύναμης των ΗΠΑ, προκειμένου να υπονομεύσει την αυτονομία της περιφέρειας του πλανήτη και να την καταστήσει υπόχρεη προς αυτούς, διατηρώντας συγχρόνως ένα τεράστιο στρατιωτικό μηχανισμό για να επιβάλλει τη συμμόρφωση προς το καπιταλιστικό κέντρο.

Πιστεύουμε ότι το παρόν καπιταλιστικό σύστημα δεν μπορεί να ελέγξει, πόσο μάλλον να αντιμετωπίσει, τις κρίσεις που έχει προκαλέσει. Δεν μπορεί να επιλύσει την οικολογική κρίση, γιατί κάτι τέτοιο απαιτεί όρια όσον αφορά στη συσσώρευση, μια μη αποδεκτή επιλογή για ένα σύστημα βασισμένο στον κανόνα: Αναπτύξου ή Πέθανε! Και δεν μπορεί να επιλύσει την κρίση που απορρέει από την τρομοκρατία, γιατί κάτι τέτοιο θα σήμαινε την εγκατάλειψη της λογικής της αυτοκρατορίας, η οποία θα επέβαλε μη αποδεκτά όρια στην ανάπτυξη και το συνολικό τρόπο ζωής που συντηρεί η αυτοκρατορία. Η μόνη επιλογή που του απομένει είναι να καταφύγει στη βία, αυξάνοντας έτσι την αλλοτρίωση και βάζοντας τα θεμέλια για την περαιτέρω τρομοκρατία…και την περαιτέρω αντιτρομοκρατία, που εξελίσσεται σε μια νέα, δύσμορφη παραλλαγή του φασισμού.

Γενικά, το παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα έχει ιστορικά χρεοκοπήσει. Έχει γίνει μια αυτοκρατορία ανίκανη να προσαρμοστεί, της οποίας ο γιγαντισμός εκθέτει τη μεγάλη της αδυναμία. Είναι, στη γλώσσα της οικολογίας, ένα ολοκληρωτικά μη βιώσιμο σύστημα και θα πρέπει να αλλάξει ουσιαστικά, ή μάλλον, να αντικατασταθεί, αν θέλουμε να δημιουργήσουμε ένα μέλλον όπου θα αξίζει να ζούμε.

Έτσι επιστρέφει το κεντρικό δίλημμα που είχε θέσει κάποτε η Ρόζα Λούξεμπουργκ: Σοσιαλισμός ή Βαρβαρότητα!, όπου η δεύτερη φέρει σήμερα τη σφραγίδα του αιώνα που μεσολάβησε και παίρνει τη μορφή της οικοκαταστροφής, της τρομοκρατίας, της αντιτρομοκρατίας και του φασιστικού τους εκφυλισμού.

Αλλά γιατί «σοσιαλισμός», γιατί να ξαναζωντανέψουμε αυτή τη λέξη, αφού οι ανεπιτυχείς ερμηνείες και εφαρμογές των οποίων έτυχε στον 20ο αιώνα, φαινομενικά την έθεσαν στο χρονοντούλαπο της ιστορίας; Για τον εξής λόγο και μόνο: ότι παρόλο που δέχτηκε έντονη κριτική και δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ, η ιδέα του σοσιαλισμού αντιπροσωπεύει ακόμα ό,τι συνιστά εκτόπιση / παραγκωνισμό του κεφαλαίου. Αν υπερνικηθεί το κεφάλαιο, γεγονός που αποτελεί σήμερα μια επιτακτική ανάγκη για τη σωτηρία του ίδιου του πολιτισμού, το αποτέλεσμα θα είναι αναγκαστικά σοσιαλιστικό, γιατί αυτός είναι ο όρος που σηματοδοτεί το πέρασμα σε μια μετα-καπιταλιστική κοινωνία. Αν υποστηρίξουμε ότι το κεφάλαιο είναι ριζικά μη βιώσιμο και μετουσιώνεται στη βαρβαρότητα που περιγράψαμε παραπάνω, υποστηρίζουμε επίσης ότι χρειάζεται να χτίσουμε ένα «σοσιαλισμό» ικανό να ξεπεράσει τις κρίσεις που δημιούργησε το κεφάλαιο. Και αν τα «σοσιαλιστικά» καθεστώτα του παρελθόντος δεν το κατόρθωσαν, είναι λοιπόν υποχρέωσή μας να αγωνιστούμε για ένα σοσιαλισμό που θα επιτύχει, αν δε θέλουμε να υποταχθούμε σε ένα βάρβαρο τέλος. Και όπως ακριβώς η βαρβαρότητα άλλαξε στο πέρασμα των αιώνων, από τότε που η Λούξεμπουργκ τη διατύπωσε ως μοιραία εναλλακτική λύση, έτσι επίσης πρέπει το όνομα και η πραγματικότητα ενός σοσιαλισμού να αλλάξει για να αρμόζει στη σύγχρονη εποχή.

Για αυτούς τους λόγους επιλέγουμε να ονομάσουμε οικοσοσιαλισμό την δική μας ερμηνεία για το «σοσιαλισμό» και να ταχθούμε υπέρ της υλοποίησής του.

ΓΙΑΤΙ  Ο ΟΙΚΟΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟΣ;

Βλέπουμε τον οικοσοσιαλισμό όχι ως την απάρνηση αλλά ως την υλοποίηση των πρώτων μορφών σοσιαλισμού του 20ου αιώνα, όσον αφορά το πλαίσιο της οικολογικής κρίσης. Όπως εκείνες οι μορφές, κι αυτός βασίζεται στη γνώση ότι το κεφάλαιο είναι αντικειμενοποιημένη εργασία και στηρίζεται κι αυτός στην ελεύθερη ανάπτυξη όλων των παραγωγικών δυνάμεων, ή για να το θέσουμε αλλιώς, στον τερματισμό του διαχωρισμού των παραγωγών από τα μέσα παραγωγής. Κατανοούμε ότι ο στόχος αυτός δεν ήταν δυνατόν να πραγματοποιηθεί από τις πρώτες μορφές σοσιαλισμού, για λόγους που είναι αρκετά πολύπλοκοι για να αναλυθούν εδώ, και τους αναφέρουμε περιληπτικά ως τις διάφορες επιπτώσεις της υπανάπτυξης, μέσα και στο πλαίσιο της εχθρότητας που υπήρχε από τις υπάρχουσες καπιταλιστικές δυνάμεις. Αυτή η συγκυρία είχε αναρίθμητες επιβλαβείς επιπτώσεις για τα «σοσιαλιστικά» καθεστώτα, κυρίως την απάρνηση της εσωτερικής δημοκρατίας, μαζί με έναν ανταγωνισμό με την καπιταλιστική παραγωγικότητα, και οδήγησε εν τέλει στην κατάρρευση αυτών των κοινωνιών και την καταστροφή του φυσικού τους περιβάλλοντος.

Ο οικοσοσιαλισμός διατηρεί τους απελευθερωτικούς στόχους των πρώτων σοσιαλιστικών μοντέλων και απορρίπτει τόσο τις ισχνές, μεταρρυθμιστικές βλέψεις της σοσιαλδημοκρατίας, όσο και τις παραγωγικές δομές των γραφειοκρατικών παραλλαγών του σοσιαλισμού. Επιμένει, μάλλον, στον επανακαθορισμό της πορείας καθώς και του στόχου της σοσιαλιστικής παραγωγής, ενταγμένων μέσα σε ένα οικολογικό πλαίσιο. Και το πράττει συγκεκριμένα, σε σχέση με τα «όρια στην ανάπτυξη», που είναι απαραίτητα για τη βιωσιμότητα της κοινωνίας. Αυτά όμως δεν υιοθετούνται με την έννοια της επιβολής στερήσεων, δυσχερειών και καταπίεσης. Αντίθετα, ο στόχος είναι ο μετασχηματισμός των αναγκών και μια εκ βαθέων μετατόπιση προς την ποιοτική διάσταση, με ταυτόχρονη απομάκρυνση από την ποσοτική. Από την οπτική γωνία της παραγωγής των αγαθών, αυτό μεταφράζεται ως μια υπερτίμηση των αξιών χρήσης σε σχέση με τις ανταλλακτικές αξίες, ένα πόνημα μακρόπνοης εμβέλειας, που θεμελιώνεται πάνω στην άμεση οικονομική δραστηριοποίηση.

Η γενίκευση της οικολογικά εννοούμενης παραγωγής κάτω από σοσιαλιστικές συνθήκες, μπορεί να μας βοηθήσει να αντιμετωπίσουμε τις παρούσες κρίσεις. Μια κοινωνία στην οποία οι παραγωγοί συνεργάζονται ελεύθερα δε σταματά στο δικό της εκδημοκρατισμό. Πρέπει, μάλλον, να επιμείνει θέτοντας ως βάση και στόχο της, την απελευθέρωση όλων των όντων. Έτσι υπερνικά την ιμπεριαλιστική παρόρμηση υποκειμενικά και αντικειμενικά. Για την επίτευξη αυτού του στόχου, αγωνίζεται να υπερνικήσει όλες τις μορφές επιδιωκόμενης επικυριαρχίας και εξουσίας, συμπεριλαμβανομένων, ιδιαίτερα, αυτών που αφορούν το φύλο ή τη φυλή. Και ξεπερνά τις καταστάσεις που οδηγούν σε φονταμενταλιστικές διαστρεβλώσεις και τις τρομοκρατικές τους διακηρύξεις. Γενικά, η παγκόσμια κοινότητα τίθεται έτσι σε ένα βαθμό οικολογικής αρμονίας με τη φύση, πράγμα αδιανόητο σύμφωνα με τις σημερινές συνθήκες. Ένα πρακτικό αποτέλεσμα αυτών των τάσεων θα εκφράζονταν, για παράδειγμα, με τη φθίνουσα εξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα, που είναι απαραίτητα στον βιομηχανικό καπιταλισμό. Και αυτό με τη σειρά του μπορεί να αποτελέσει το σημείο-κλειδί για την απελευθέρωση των χωρών που είναι υπόδουλες του πετρελαϊκού ιμπεριαλισμού, επιτρέποντας συγχρόνως την ανάσχεση τόσο της υπερθέρμανσης του πλανήτη, όσο και άλλων δραματικών εκδηλώσεων της οικολογικής κρίσης.

Κανείς δεν μπορεί να αναγνώσει αυτού του είδους τις κοινωνικές επιταγές χωρίς να σκεφτεί, πρώτον, πόσες πρακτικές και θεωρητικές ερωτήσεις εγείρουν και δεύτερον και πιο αποθαρρυντικό, πόσο πολύ απέχουν από τη  διαμόρφωση του κόσμου μας σήμερα, τόσο με τον τρόπο που αυτός είναι δομημένος πάνω σε θεσμούς, όσο και με τον τρόπο που είναι καταγεγραμμένος στη συνείδησή μας. Δε χρειάζεται να εξετάσουμε αυτά τα θέματα, που θα είναι εύκολα αναγνωρίσιμα από όλους. Αλλά επιμένουμε στο γεγονός ότι πρέπει να αντιμετωπιστούν στη σωστή τους διάσταση. Δεν είναι το έργο μας ούτε το να προετοιμάσουμε κάθε βήμα αυτής της πορείας, ούτε όμως και το να υποκύψουμε στον αντίπαλο, λόγω της υπεροχής του σε δύναμη. Είναι όμως το έργο μας να αναπτύξουμε τη λογική μιας ικανοποιητικής και αναγκαίας πλέον αλλαγής στην παρούσα τάξη πραγμάτων και να αρχίσουμε να δημιουργούμε τα ενδιάμεσα βήματα προς το στόχο αυτό. Το κάνουμε αυτό για να σκεφτούμε πιο σοβαρά όλες αυτές τις δυνατότητες και συγχρόνως για να ξεκινήσουμε την υλοποίηση του έργου, μαζί με όλους τους παρόμοια σκεπτόμενους. Αν αυτά τα επιχειρήματα έχουν κάποια αξία, τότε παρόμοιες σκέψεις, και πρακτικές για την υλοποίησή τους, θα αναπτύσσονται συντονισμένα, σε αναρίθμητα μέρη σε όλο τον κόσμο. Ο οικοσοσιαλισμός ή θα είναι διεθνής και παγκόσμιος ή δε θα ευδοκιμήσει καθόλου. Οι κρίσεις των καιρών μας μπορούν και πρέπει να θεωρηθούν ως ευκαιρίες για επανάσταση, των οποίων η επικύρωση και η υλοποίηση είναι καθήκον μας.